- συνυπογραφή
- η, Ναπό κοινού υπογραφή ενός εγγράφου.[ΕΤΥΜΟΛ. < συνυπογράφω. Η λ. μαρτυρείται από το 1879 στον Ν. Δραγούμη].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Ζαπατίστας — Επαναστατικό κίνημα που πρωτοεμφανίστηκε δημόσια στο νότιο Μεξικό την 1η Ιανουαρίου 1994, ημέρα έναρξης της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου μεταξύ Καναδά, ΗΠΑ και Μεξικού. Ο Ζαπατιστικός Στρατός Εθνικής Απελευθέρωσης (EZLN) πήρε την ονομασία του από … Dictionary of Greek